Ελκώδης Κολίτιδα

Η ελκώδης κολίτιδα είναι ένας τύπος φλεγμονώδους νόσου του εντέρου που προκαλεί οίδημα και έλκη στο παχύ έντερο και στο ορθό. Οι διάρροιες, η αιμορραγία και το άλγος στην κάτω κοιλιακή χώρα είναι τα πιο κοινά συμπτώματα της νόσου.

Η ελκώδης κολίτιδα σχετίζεται με έναν άλλο τύπο φλεγμονώδους πάθησης του εντέρου – τη νόσο του Crohn. Μερικά συμπτώματα είναι κοινά και στις δυο νόσους, ωστόσο η ελκώδης κολίτιδα προσβάλει κυρίως το παχύ έντερο και το ορθό, ενώ η νόσος του Crohn μπορεί να εκδηλωθεί σε οποιοδήποτε τμήμα της πεπτικής οδού.

Η ελκώδης κολίτιδα συνιστά μια χρόνια πάθηση που είναι πιθανό να απαιτεί συνεχή θεραπεία για την αντιμετώπιση των «εξάρσεων» (φάσεων επιδείνωσης των συμπτωμάτων) και τη διατήρηση των περιόδων ύφεσης (φάσεων απουσίας συμπτωμάτων). Ως τέτοια, μπορεί να έχει σημαντική επίπτωση στην ποιότητα ζωής των ασθενών και να χρήζει χειρουργικής αντιμετώπισης.

Σήμερα, χάρη σε σύγχρονες χειρουργικές προσεγγίσεις, που περιλαμβάνουν ελάχιστα επεμβατικές μεθόδους, η ελκώδης κολίτιδα μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά και με ασφάλεια.

Αίτια – Παράγοντες κινδύνου

Τα ακριβή αίτια της ελκώδους κολίτιδας παραμένουν άγνωστα. Θεωρείται ότι είναι ένα αυτοάνοσο νόσημα, κατά το οποίο το ίδιο το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού επιτίθεται σε υγιή κύτταρα και ιστούς του εντέρου, προκαλώντας φλεγμονή.

Η κληρονομικότητα θεωρείται παράγοντας που αυξάνει τις πιθανότητες για ελκώδη κολίτιδα. Άτομα που έχουν συγγενή πρώτου βαθμού (αδέλφια, παιδιά, γονείς) με ελκώδη κολίτιδα είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν τη νόσο. Τα τελευταία χρόνια, έχουν εντοπιστεί περίπου 30 γονίδια που συνδέονται με αυξημένη ευαισθησία στη νόσο.

Παράγοντες του τρόπου ζωής, όπως το άγχος και η κατανάλωση ορισμένων τροφών, δεν προκαλούν ελκώδη κολίτιδα, αλλά μπορεί να επιδεινώσουν τα συμπτώματα.

Ποια είναι τα συμπτώματα της ελκώδους κολίτιδας;

Τα πιο κοινά συμπτώματα της ελκώδους κολίτιδας είναι τα επεισόδια διάρροιας με αιμορραγία, καθώς επίσης πόνος και κράμπες στο κάτω μέρος της κοιλιάς. Επίσης, συχνά προκαλεί μια αίσθηση επείγουσας ανάγκης για κίνηση του εντέρου. Οι κενώσεις του εντέρου ενδέχεται να είναι εκρηκτικές και να περιέχουν βλεννογόνο ή πύον.

Άλλα συμπτώματα που μπορεί να εμφανιστούν περιλαμβάνουν:

  • Κούραση
  • Αδυναμία
  • Ένα γενικό αίσθημα κακής υγείας
  • Απώλεια βάρους
  • Απώλεια όρεξης
  • Φούσκωμα στην κοιλιά

Τα συμπτώματα ποικίλλουν σε συχνότητα και σοβαρότητα. Περίπου οι μισοί ασθενείς εμφανίζουν μόνο ήπια συμπτώματα. Η σοβαρότητα των συμπτωμάτων τείνει να σχετίζεται με το πόσο επηρεάζεται το παχύ έντερο από τη νόσο.

Η ελκώδης κολίτιδα χαρακτηρίζεται από επεισόδια, όπου τα συμπτώματα είναι έντονα («έξαρση») και επεισόδια όπου τα συμπτώματα απουσιάζουν (υφέσεις).

Στις πιθανές επιπλοκές της ελκώδους κολίτιδας περιλαμβάνονται τα εξής:

  • Έλκη στο στόμα
  • Ερεθισμό των οφθαλμών
  • Αρθρίτιδα
  • Εξανθήματα
  • Πυρετός
  • Θρόμβοι αίματος
  • Δυσανεξία στη λακτόζη
  • Αναιμία, λόγω της αιμορραγίας

Οι ασθενείς με χρόνια, εκτεταμένη ελκώδη κολίτιδα έχουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου στο παχύ έντερο. Γι’ αυτό και η χειρουργική αντιμετώπισή της είναι ενδεδειγμένη.

Πώς γίνεται η διάγνωση της ελκώδους κολίτιδας;

Η υποψία για ελκώδη κολίτιδα γεννάται κατά τη φυσική εξέταση και τη λήψη ιστορικού του ασθενούς από το γιατρό. Κατόπιν αυτού, πραγματοποιούνται αιματολογικές εξετάσεις, εξετάσεις κοπράνων καθώς και ενδοσκοπικός έλεγχος του ορθού και του παχέος εντέρου. Κατά τον ενδοσκοπικό αυτό έλεγχο, ο γιατρός αναζητεί κι εντοπίζει τα σημεία της φλεγμονής και της εξέλκωσης και λαμβάνει δείγματα ιστού (βιοψία) για εργαστηριακή εξέταση κι επιβεβαίωση της διάγνωσης.

Ανάλογα με τις ενδείξεις, ο ενδοσκοπικός έλεγχος μπορεί να γίνει με:

  • κολονοσκόπηση, για την εξέταση ολόκληρου του παχέος εντέρου
  • σιγμοειδοσκόπηση, για εξέταση μόνο του κατωτέρου τμήματος του παχέος εντέρου

Ο ακτινολογικός έλεγχος με χρήση βαρίου (βαριούχο γεύμα) συμβάλλει στον προσδιορισμό της έκτασης της νόσου στο παχύ έντερο.

Πώς αντιμετωπίζεται η Ελκώδης Κολίτιδα;

Η θεραπεία της ελκώδους κολίτιδας διαμορφώνεται ανάλογα με τη σοβαρότητα της νόσου. Σε μια πρώτη γραμμή άμυνας, υπάρχει η δυνατότητα συντηρητικής αντιμετώπισης της νόσου με τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής που βοηθά στην καταστολή της φλεγμονής και διατηρεί τα συμπτώματα ήπια.

Ωστόσο, αν η φαρμακευτική αγωγή δεν σταθεί επαρκεί για να αποτραπούν οι εξάρσεις και τα συμπτώματα είναι έντονα, τότε η μόνη οδός για την αντιμετώπιση της ελκώδους κολίτιδας αλλά και την πρόληψη μελλοντικών κινδύνων από τη ζημιά που μπορεί να προκαλέσει μακροπρόθεσμα στο έντερο, είναι η χειρουργική αφαίρεση του πάσχοντος τμήματος του εντέρου (κολεκτομή.)

Ανάλογα με το ποσοστό του εντέρου που αφαιρείται, η κολεκτομή μπορεί να είναι:

  • μερική, δηλαδή περιορίζεται στην εκτομή του προσβεβλημένου τμήματος του εντέρου.
  • ολική, επομένως αφορά στην εκτομή ολόκληρου του παχέος εντέρου και του ορθού και απευθείας συνένωση του λεπτού εντέρου με τον πρωκτό (ειλεοπρωκτική αναστόμωση) ή -σπανιότερα- μόνιμη τελική ειλεοστομία.

Στατιστικά, η εκτομή τμήματος ή ακόμα και ολόκληρου του παχέος εντέρου αποδεικνύεται απαραίτητη σε ένα ποσοστό περίπου 25% ως 40% των ασθενών, ως συνέπεια εκτεταμένης αιμορραγίας, πιθανής ή υφιστάμενης διάτρησης του εντέρου αλλά και δυνητικού κινδύνου για ανάπτυξη κακοήθειας.

Ανάλογα με τις ενδείξεις εκάστου ασθενούς, η κολεκτομή μπορεί να γίνει με ανοικτή επέμβαση ή με ελάχιστα επεμβατική μέθοδο, όπως είναι η λαπαροσκοπική κολεκτομή ή η εξέλιξη αυτής, η ρομποτική κολεκτομή.

Τι είναι η λαπαροσκοπική κολεκτομή;

Σε αντίθεση με το ανοικτό χειρουργείο, το οποίο περιλαμβάνει μια μεγάλη τομή στην κοιλιά, η λαπαροσκοπική κολεκτομή πραγματοποιείται διαμέσου 4 οπών μεγέθους  0,5-1 εκατοστού που ανοίγονται στην κοιλιά του ασθενούς.

Μέσα από αυτές τις οπές, ο χειρουργός εισάγει τα ειδικά λαπαροσκοπικά εργαλεία, συμπεριλαμβανομένου του λαπαροσκοπίου, το οποίο διαθέτει ενσωματωμένη ψηφιακή κάμερα παρέχοντας μεγεθυμένη εικόνα του χειρουργικού πεδίου.

Ως ελάχιστα επεμβατική μέθοδος, η λαπαροσκοπική κολεκτομή χαρακτηρίζονται από σημαντικά πλεονεκτήματα, όπως:

  • Ελάχιστη απώλεια αίματος, δίχως ανάγκη για μετάγγιση
  • Λιγότερο μετεγχειρητικό πόνο
  • Μικρότερη παραμονή στο νοσοκομείο
  • Ταχύτερη ανάρρωση κι επάνοδο στις καθημερινές δραστηριότητες
  • Ελαχιστοποίηση του κινδύνου επιπλοκών
  • Βέλτιστο αισθητικό αποτέλεσμα, χωρίς ευμεγέθεις ουλές

Τι είναι η ρομποτική κολεκτομή;

Η εξέλιξη της λαπαροσκοπικής κολεκτομής είναι η διενέργειά της με την υποβοήθηση ειδικού, χειρουργικού ρομποτικού συστήματος, το οποίο προσφέρει επιπλέον δυνατότητες στο χειρουργό.

Ο τελευταίος πραγματοποιεί την επέμβαση καθήμενος μπροστά σε μια ειδική κονσόλα υπολογιστή, από την οποία ελέγχει τους βραχίονες του ρομποτικού συστήματος και εκτελεί την επέμβαση μέσω αυτών. Οι βραχίονες έχουν παροιμιώδη σταθερότητα, ακρίβεια και ευελιξία κινήσεων, καθώς επίσης και δυνατότητα πρόσβασης σε ανατομικά δυσπρόσιτα για το ανθρώπινο χέρι σημεία μέσα στο σώμα.

Επιπλέον, στην κονσόλα ο χειρουργός έχει τη δυνατότητα να βλέπει το χειρουργικό πεδίο με τρισδιάστατη απεικόνιση και μεγάλη ψηφιακή επένδυση, ωσάν να βρίσκεται κι ο ίδιος μέσα στο σώμα του ασθενούς.

Με αυτόν τον τρόπο, ελαχιστοποιείται ακόμα περισσότερο ο κίνδυνος επιπλοκών από την επέμβαση, όπως ο τραυματισμός γειτονικών οργάνων ή άλλων ανατομικών δομών.

Ποια είναι η πρόγνωση της ελκώδους κολίτιδας;

Για τους περισσότερους ασθενείς, η πρόγνωση για τα πρώτα 10 χρόνια μετά τη διάγνωση είναι καλή και συνήθως επιτυγχάνεται ύφεση. Αντίθετα, η εκτεταμένη κολίτιδα, το υψηλό επίπεδο συστηματικών συμπτωμάτων και η νεαρή ηλικία κατά τη διάγνωση είναι παράγοντες που σχετίζονται με υψηλό κίνδυνο κολεκτομής. Οι ασθενείς με περιφερική νόσο που εξελίσσεται σε εκτεταμένη κολίτιδα είναι επίσης μια ομάδα με ιδιαίτερα υψηλό κίνδυνο κολεκτομής.